μονοπάτι

μονοπάτι
το (ΑΜ μονοπάτιον, Μ και μονοπάτιν και μονόπατον)
στενό και δύσβατο δρομάκι στο ύπαιθρο ή σε ορεινή περιοχή, σχηματισμένο από τη συχνή διάβαση, στο οποίο μπορεί να βαδίζει ένας μόνο άνθρωπος ή ένα ζώο, ατραπός («τὰς δὲ δημοσίας ὁδούς καὶ τὰ μονοπάτια μὴ ἀποκλειέτωσαν», Λέων. Σοφ.)
νεοελλ.
παροιμ. «το καλό το παλικάρι ξέρει κι άλλο μονοπάτι» — λέγεται για περιπτώσεις κατά τις οποίες παρακάμπτεται ένα εμπόδιο και επινοείται τρόπος για να διεκπεραιωθεί μια υπόθεση ή να επιλυθεί ένα πρόβλημα
μσν.
(νομ.) διάβαση, πόρος από ένα αγροτικό κτήμα σε άλλο, δουλεία διαβάσεως.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μον(ο)-* + -πάτι(ον) < πατῶ (πρβλ. σκαλο-πάτι)].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • μονοπάτι — το ιού, στενός δρόμος στην ύπαιθρο που σχηματίζεται από το επαναλαμβανόμενο πέρασμα ανθρώπων ή ζώων, η ατραπός: Ακολουθήσαμε ένα στενό μονοπάτι που μας οδήγησε σ’ ένα ξέφωτο …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • πόντος — Επαρχία της Μικράς Ασίας, στο βόρειο τμήμα της Τουρκίας. Στα Β βρέχεται από τον Εύξεινο Πόντο, ενώ στα Α ορίζεται από την Κολχίδα, στα Δ από την Παφλαγονία και στα Ν από την Καππαδοκία. Ο Π. πήρε το όνομα αυτό και έγινε σημαντικός μόνο κατά τους… …   Dictionary of Greek

  • ανόπαια — Το μονοπάτι του όρους Οίτη απ’ όπου ο Εφιάλτης οδήγησε τους Πέρσες για να προσβάλουν από τα νώτα τον Λεωνίδα στις Θερμοπύλες. Από το ίδιο μονοπάτι εισέβαλαν οι Γαλάτες με τον Βρέννο το 278 π.Χ. * * * ἀνόπαια επίρρ. (Α) προς τα επάνω, προς τον… …   Dictionary of Greek

  • ατραπός — Ορεινός οικισμός (υψόμ. 880 μ., 174 κάτ.) του νομού Φλωρίνης. Βρίσκεται στα νότια της πόλης. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Περάσματος. * * * η (AM ἀτραπός, Α και ἀτραπός και ἀταρπιτός) στενό πέρασμα, μονοπάτι νεοελλ. (τοπογρ.) όρος που… …   Dictionary of Greek

  • μονοπατάκι — το [μονοπάτι] (Μ μονοπατάκι και μονοπατάτσιν) μικρό μονοπάτι …   Dictionary of Greek

  • στίβος — Ημιορεινός οικισμός (628 κάτ., υψόμ. 160 μ.), στην επαρχία Λαγκαδά του νομού Θεσσαλονίκης. Είναι έδρα της ομώνυμης κοινότητας (11 τ. χλμ., 628 κάτ.). * * * ο, ΝΑ νεοελλ. 1. τμήμα γηπέδου, σταδίου ή ιπποδρομίου κατάλληλο για τη διεξαγωγή αθλητικών …   Dictionary of Greek

  • Καλλίδρομο — I Όρος (1.278 μ.) της Οίτης στη Φθιώτιδα. Βρίσκεται στα A της Οίτης, από την οποία χωρίζεται με χαράδρα που σχηματίζει ο Ασωπός ποταμός. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, οι Πέρσες βρέθηκαν στα νώτα του Λεωνίδα ακολουθώντας ένα κρυφό μονοπάτι του Κ. που… …   Dictionary of Greek

  • Giorgos Zampetas — ( el. Γιώργος Ζαμπέτας, sometimes romanized as George Zambetas) was a well known bouzouki musician. He was born in 25 January 1925 in Athens but his origins are from Kifnos. He died in 10 March 1992.Early yearsGiorgos Zampetas, Greek music… …   Wikipedia

  • Dimosthenis Kourtovik — Δημοσθένης Κούρτοβικ Born 1948 Athens, Greece …   Wikipedia

  • Ion Dragoumis — (griechisch Ίων Δραγούμης, * 2. September 1878 in Athen; † 13. August 1920 ebenda) war ein griechischer Diplomat, Schriftsteller und Politiker. Inhaltsverzeichnis …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”